«ὦ δαιμόνιοι, μέχρι κόσου ἔτι πρύμνην ἀνακρούεσθε;»
Ηρόδ. VIII 84,2
Βασίλειου. Λ. Κωνσταντινόπουλου
2500 χρόνια κλείνουμε φέτος τον Σεπτέμβριο από τη Ναυμαχία της Σαλαμίνας και είναι σκόπιμο να θυμίσουμε ότι αυτή η εξαιρετική νίκη των Ελλήνων κατά του περσικού ιμπεριαλισμού οφειλόταν πρωτίστως στην αδάμαστη αποφασιστικότητα και τη ναυτική τεχνολογική υπεροχή ενός αξιοθαύμαστου ναυτικού οπλικού συστήματος, της τριήρους, απέναντι στα δυσκίνητα φοινικικά πολεμικά πλοία. Οφειλόταν επίσης και στο περίφημο στρατήγημα του Θεμιστοκλή, δηλαδή στην εφαρμογή υποχωρητικού ελιγμού στα στενά της Σαλαμίνας και εγκλωβισμού με επιθετική κίνηση των δύο άκρων της ναυτικής παράταξης, κάτω από τον ήχο και την πατριωτική ενθάρρυνση του Παιάνα Ἴτε παῖδες Ἑλλήνων. Ενδιαφέρον είναι αυτό που ο Ηρόδοτος μας αναφέρει για την εμφάνιση μιας γυναικείας μορφής, η οποία, προφανώς αγανακτισμένη από την υποχωρητικότητα των Ελλήνων, αναφώνησε δυνατά: «Δύσμοιροι, μέχρι πόσο ακόμα θα υποχωρείτε;», δίνοντας έτσι το έναυσμα για τη μάχη, που οδήγησε σε αποφασιστική νίκη των ελληνικών όπλων.
Οι ισχυρές αναλογίες μιας έστω και ακροθιγούς σύγκρισης με τα σημερινά γεγονότα, όποτε ο εξ Ανατολών κίνδυνος εποφθαλμιά την κατάκτηση ελληνικών εδαφών, προδίδουν το μέγεθος της δικής μας αβελτερίας έναντι της προνοητικής σύνεσης των προγόνων μας. Εκείνοι, μολονότι το στρατηγικό τέχνασμα του Μιλτιάδη επέφερε συντριπτικό πλήγμα στους Πέρσες εισβολείς, θεμελιώνοντας για πρώτη φορά μια ανώτερη στρατηγική και τακτική σκέψη, που ακολουθήθηκε έκτοτε με διάφορες παραλλαγές από πολλούς στρατηγούς (Αλέξανδρος, Αννίβας, Καίσαρας, Βοναπάρτης, Mannstein), δεν εφησύχασαν, αλλά ενίσχυσαν την αποτρεπτική τους δύναμη, κυρίως στη θάλασσα με την ίδρυση μάλιστα και του πρώτου ταμείου άμυνας που πρότεινε ο Θεμιστοκλής, για να υπάρχει αμέριστη οικονομική υποστήριξη της πολεμικής προετοιμασίας. Έτσι ο Θεμιστοκλής έστρεψε το ενδιαφέρον των Αθηναίων στη θάλασσα και μετέτρεψε την Αθήνα σε ναυτική δύναμη με εξαιρετικής σημασίας ευεργετήματα για τη συλλογική ασφάλεια της Ελλάδος (Α΄ Αθηναϊκή ή Δηλιακή Συμμαχία), αφού υπό την ηγεσία του Κίμωνα, ο αθηναϊκός στόλος με σημαντικές νίκες υποχρέωσε τους Πέρσες να υπογράψουν την Ειρήνη του Καλλία (449 π.Χ.), τη σπουδαιότερη συνθήκη μεταξύ Ανατολής και Δύσεως, η οποία με τις πρόνοιές της μετέτρεπε την Ανατολική Μεσόγειο σε mare nostrum. Η ναυτική επίσης στροφή των Αθηναίων συνέβαλε στην εγκαθίδρυση της αθηναϊκής θαλασσοκρατορίας με τον Περικλή και την εμβάθυνση της δημοκρατίας, αφού τα πληρώματα των πλοίων αποτελούνταν από ελεύθερους φτωχούς Αθηναίους πολίτες και όχι σκλάβους ή δούλους, όπως έκαναν αργότερα οι Ρωμαίοι και οι Ισπανοί.
Η σημερινή προσκόλληση στην προστασία του διεθνούς δικαίου και των υπερεθνικών οργανισμών (ΟΗΕ, ΕΕ, ΝΑΤΟ), ενώ αυτά έχουν δώσει απτά δείγματα της αναποτελεσματικότητάς τους και της αφερεγγυότητάς τους, προδίδουν μια γεωπολιτική αγκύλωση που μπορεί να αποβεί μοιραία για τα εθνικά συμφέροντα, αν δεν υποκρύπτουν μία λανθάνουσα πρόθεση επώδυνου συμβιβασμού σε βάρος της εθνικής μας κυριαρχίας. Άλλωστε 46 ολόκληρα χρόνια από την εισβολή και κατοχή της βόρειας Κύπρου τίποτα δεν επετεύχθη από την εμμονή της χώρας στις υποτιθέμενες καταλυτικές τους παρεμβάσεις για την εκδίωξη του εισβολέα, ενώ τα ψηφίσματα του ΟΗΕ έμειναν κενό γράμμα. Και αντί η Ελλάδα, μαζί με την Κύπρο, να προσανατολισθούν στην ανάπτυξη αμυντικής βιομηχανίας με προηγμένα οπλικά συστήματα βαυκαλίζονται με τη σκέψη ότι το κακό μπορεί να εκδιωχθεί με ξόρκια. 26 χρόνια επίσης μετά το «γκριζάρισμα» των Ιμίων, η Ελλάδα αποδεικνύεται κατώτερη των περιστάσεων, όπως δήλωνε ο τότε Πρωθυπουργός, μη έχοντας τη δύναμη σήμερα, παρά τις μεγαλόστομες δηλώσεις, να απομακρύνει τον παράνομο εισβολέα από την υφαλοκρηπίδα μας, την οποία προκλητικά παραβιάζει, μπαινοβγαίνοντας κατά το δοκούν, ως εάν πρόκειται για δικό του έδαφος με έκδηλη την πρόθεση δημιουργίας τετελεσμένων. Δυστυχώς, το καθόλα αξιοσέβαστο διεθνές δίκαιο δεν προβλέπει κυρώσεις για τέτοιου είδους χιτλερικής έμπνευσης πραξικοπήματα και η Ελλάδα διαπιστώνει άλλη μια φορά πως οι σύμμαχοι αρκούνται σε φραστικά αμφίσημες δηλώσεις και ανέχονται λόγω συμφερόντων την επιθετική συμπεριφορά μιας νεοοθωμανικής δύναμης με τη Γερμανία ιδιαίτερα να ξεπληρώνει τις υποχρεώσεις της απέναντι στην Τουρκία για τη βοήθεια που ης προσέφερε στους δύο Παγκόσμιους Πολέμους. Και βέβαια εδώ αξίζει να θυμηθεί κανείς τη φράση του Συρακούσιου Ερμοκράτη: Θουκ. IV 61,5 οὐ τοῖς ἄρχειν βουλομένοις μέμφομαι, ἀλλὰ τοῖς ὑπακούειν ἑτοιμοτέροις οὖσιν (δεν κατηγορώ αυτούς που θέλουν να εξουσιάζουν, αλλά αυτούς που είναι πρόθυμοι να σκύβουν το κεφάλι).
Και το πιο επίφοβο είναι ότι μας ωθούν σε έναν διάλογο για αποκλιμάκωση της έντασης, η οποία θα επέλθει, όπως verbis et factis αποδεικνύει ο τούρκος σουλτάνος, με την παραχώρηση μεγάλου μέρους της εδαφικής μας κυριαρχίας και όχι μόνο, αφού έπεται η διεκδίκηση της γαλάζιας πατρίδας και η διεκδίκηση των δικαιωμάτων των Μουσουλμάνων της Θράκης και πολλών άλλων, όπως έδειξε η περίπτωση της Αγίας Σοφίας.
Μας διαφεύγει, όμως, ότι η νίκη των Ελλήνων στη Σαλαμίνα οφειλόταν στην ύπαρξη μιας εθνικής στρατηγικής, ενός αμυντικού σχεδίου και μιας στρατιωτικής τακτικής, σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει σήμερα, οπότε οι βερμπαλισμοί, οι μεγαλοστομίες, που αποδεικνύονται τελικά πομφόλυγες, προδίδουν σοβαρό έλλειμμα των προειρημένων προϋποθέσεων της εθνικής μας ισχύος. Αντίθετα, ο νεοοθωμανός σουλτάνος προβάλλει την ισχύ του, γνωρίζοντας αυτό που ο Θουκυδίδης ήδη διαπίστωνε από τον 5ο προχριστιανικό αιώνα, ότι δηλαδή στις διεθνείς σχέσεις επικρατεί η βούληση του ισχυροτέρου. Είναι πολλαπλά χρήσιμο να θυμηθούμε την περίφημη φράση των Αθηναίων στον Διάλογο των Μηλίων: Θουκ. V 89 δυνατὰ δὲ οἱ προύχοντες πράσσουσι καὶ οἱ ἀσθενεῖς ξυγχωροῦσιν (οι ισχυροί επιβάλλουν τις θελήσεις τους κατά το μέτρο της δύναμής τους, ενώ οι ανίσχυροι υποτάσσονται), φράση της οποίας η διαχρονική αξία έχει πολλαπλώς αποδειχθεί και αποτελεί κεντρικό άξονα της Realpolitik.
Η επιθετικότητα του νεοοθωμανού σουλτάνου είναι αποτέλεσμα δύο παραγόντων, της υπεροπλίας, που του εξασφαλίζει η αμυντική του βιομηχανία και το εξοπλιστικό του πρόγραμμα (μέχρι και 100 F-35 είχε παραγγείλει και το βαθύ αμερικανικό κράτος του τα είχε εγκρίνει, με προφανείς συνέπειες για την εδαφική μας κυριαρχία) και της ενδοτικότητας, που εμείς ακολουθούμε, λόγω εγγενούς αδυναμίας, ανεξάρτητης μάλιστα από την παραδοσιακή ευψυχία των Ελλήνων και την ποιοτική διαφορά του ελληνικού στρατού. Άλλωστε είναι εύκολο να φαντασθεί κανείς ότι θα ήταν διαφορετική η συμπεριφορά της Τουρκίας απέναντι στην Ελλάδα, αν αυτή διέθετε, όπως και όφειλε, την αμυντική ισχύ του Ισραήλ για παράδειγμα. Ποτέ όμως μέχρι τώρα δεν ιεραρχήσαμε τις ανάγκες και τα προτάγματα ενός βιομηχανικού αμυντικού σχεδιασμού, ο οποίος και σημαντική ανάπτυξη θα προσέφερε στη χώρα, απασχολώντας τους νέους μας που μεταναστεύουν, αλλά κυρίως υπόληψη και σεβασμό ανάμεσα στους συμμάχους, τους οποίους τώρα ασκόπως εκλιπαρούμε. Υπάρχει βέβαια και ο αντίλογος ενός πλαστού διλήμματος προερχόμενου από κάποιους φοβικούς κύκλους, δηλαδή επιλογής ανάμεσα στον ΠΟΛΕΜΟ και την ΕΙΡΗΝΗ, αλλά σε αυτό η απάντηση είναι απλούστατη, αφού το διακύβευμα δεν είναι ΠΟΛΕΜΟΣ ή ΕΙΡΗΝΗ, αλλά ΕΞΕΥΤΕΛΙΣΜΟΣ ή ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑ. Η διπλωματία εξάλλου καθίσταται αποτελεσματικότερη, όταν εδράζεται σε ισχυρές ένοπλες δυνάμεις.
Επειδή λοιπόν η νεοοθωμανική Τουρκία, όσο ισχυροποιείται τόσο θα διαβαθμίζει και θα εντείνει τις επιθετικές της διεκδικήσεις, επειδή οι Μεγάλες Δυνάμεις ανέχονται λόγω συμφερόντων την πολιτική αυτή, ξεχνώντας ότι η χώρα μας ήταν αυτή που σε δύο πολέμους έχυσε ποταμούς αίματος υπέρ τους, επειδή οι υπερεθνικοί οργανισμοί απέδειξαν από το 1974 και εντεύθεν την αναξιοπιστία τους με την ανοχή, συνενοχή ή υποστήριξή τους στον τουρκικό επεκτατισμό, είναι condition sine qua non για την εθνική μας ύπαρξη και την εθνική μας αξιοπρέπεια, μια δομική αλλαγή της εξωτερικής μας πολιτικής, η οποία δεν θα στηρίζεται τόσο στα λόγια, όσο στα έργα. Γι’ αυτό, εκτός από τις θεωρητικές αναλύσεις, υπάρχει ανάγκη δραστικών μέτρων που πρέπει οι κυβερνώντες να λάβουν, για να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων, όπως:
α. ΚΑΤΕΠΕΙΓΟΥΣΑ ενίσχυση της Πολεμικής μας Αεροπορίας με 40 έως 60 Rafale (αδιαφορώντας για την αντίδραση της Αμερικής, το βαθύ κράτος της οποίας είναι υπέρ των Τούρκων, όπως αποδεικνύεται) σε σύμπραξη με την Κύπρο, επαληθεύοντας έτσι έμπρακτα τη στρατηγική του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου.
β. ΚΑΤΕΠΕΙΓΟΥΣΑ ενίσχυση του Πολεμικού μας Ναυτικού με 2 έως 4 φρεγάτες.
γ. ΚΑΤΕΠΕΙΓΟΥΣΑ ενίσχυση του Στρατού Ξηράς σε αρματικό δυναμικό, ΤΟΜΠ και ΤΟΜΑ, πολλαπλούς εκτοξευτές ρουκετών και πυραυλικά συστήματα, ανεπάνδρωτα αεροσκάφη κ.τ.λ.
δ. ΚΑΤΕΠΕΙΓΟΥΣΑ ενίσχυση της άμυνας του Καστελόριζου, το οποίο πρέπει στη συνείδηση όλων να θεωρηθεί το ΣΤΑΛΙΝΓΚΡΑΝΤ της ελληνικής αμυντικής γραμμής.
ε. ΑΜΕΣΗ ίδρυση Ταμείου Εθνικής Άμυνας σε Ελλάδα, Κύπρο και ομογένεια, που θα διαχειρίζεται με διαφάνεια ανεξάρτητη αρχή.
στ. ΜΕΣΟΠΡΟΘΕΣΜΗ ενίσχυση της αμυντικής βιομηχανίας, κρατικής και ιδιωτικής, εξέλιξη που θα σηματοδοτήσει την ταχεία ανάπτυξη της χώρας με τον προσανατολισμό της σε νέες τεχνολογίες, οι οποίες και θα διαχυθούν στον ειρηνικό τομέα, αντί να προωθεί το μοντέλο της ανάπτυξης που μας μεταβάλλει γκαρσόνια της Ευρώπης.
Μόνο κάτω από τις προϋποθέσεις αυτές η Ελλάδα θα αποδείξει ότι είναι σε θέση να κατατροπώσει κάθε επίδοξο κατακτητή που επιβουλεύεται τα ιερά της εδάφη και ταυτόχρονα θα δημιουργήσει προϋποθέσεις της απαραίτητης για τη χώρα οικονομικής ανάπτυξης.
Αν οι κυβέρνηση δεν έχει την ισχύ να προβεί στην αγορά γαλλικού αεροπορικού και ναυτικού αμυντικού υλικού, φοβούμενη, όπως ακούγεται, έξωθεν παρεμβάσεις, τότε πρέπει να σχηματισθεί μια κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας που θα επωμισθεί την ευθύνη των αλλαγών έναντι της χώρας, της Ιστορίας της και του λαού της.