Του καθηγητή Βασίλειου Κωνσταντινόπουλου
Σε πρόσφατες δηλώσεις του ο τούρκος υπουργός Άμυνας δεν μπόρεσε να κρύψει τη δυσαρέσκειά του για την εξοπλιστική προσπάθεια της Ελλάδας, την οποία, σε αντίθεση με τους τούρκους στρατηγικούς αναλυτές, που διαπιστώνουν με την προμήθεια των Rafale αεροπορική υπεροχή της Ελλάδας, θεωρεί ανεπαρκή προφανώς, για να αντιμετωπίσει την τουρκική υπεροπλία. Τις δηλώσεις αυτές έκανε σε ξένο έδαφος στη Λιβύη, χωρίς καμία από τις Μεγάλες Δυνάμεις να του συστήσει, αν όχι του απαγορεύσει, να αναμιγνύεται στα εσωτερικά ξένων κρατών κατά ρητή παράβαση των Διεθνών Συνθηκών και πολύ περισσότερο να απαιτήσει την απόσυρση των τουρκικών δυνάμεων εισβολής. Περιμένουμε βέβαια όλοι τη δυναμική απάντηση του στρατάρχη Χαφτάρ, που θα αναγκάσει σε αναδίπλωση τις τουρκικές φιλοδοξίες στην περιοχή.
Όσον αφορά στο αν αρκούν ή όχι οι ελληνικοί εξοπλισμοί για την ανατροπή της ισορροπίας των δυνάμεων, αυτό θα αποδειχθεί σύντομα, όταν ολοκληρωθεί η εξοπλιστική προσπάθεια της χώρας μας, οπότε η Ελλάδα θα είναι σε θέση να απαγορεύσει την αμφισβήτηση των κυριαρχικών της δικαιωμάτων δυναμικά, όπως καταλαβαίνουν οι Τούρκοι άλλωστε και όχι διπλωματικά. Στην περίπτωση που ο νέος Πρόεδρος των ΗΠΑ δεν παραχωρήσει άμεσα εντός του 2020-2021 το αιτούμενο προηγμένο αεροπορικό υλικό, που μάλλον δεν πρόκειται να εγκρίνει, για να μη δυσαρεστήσει την προστατευόμενη από το ΝΑΤΟ Τουρκία, τότε η Ελλάδα έχει μόνο μία διέξοδο: Να συμπληρώσει την αεροπορική της ισχύ με μία νέα Μοίρα Rafale, να αποδεχθεί τη γαλλική πρόταση της Naval Group για 4 φρεγάτες Belh@rra με το συνοδευτικό πακέτο φρεγατών της ενδιάμεσης λύσης και ταυτόχρονα να ζητήσει τη σύναψη μιας μακρόχρονης στρατηγικής αμυντικής συμμαχίας με τη Γαλλία για άμεση σημαντική ναυτική παρουσία στην Νοτιοανατολική Μεσόγειο και συνδρομή σε περίπτωση που της ζητηθεί.
Μια τέτοια προοπτική θα προσφέρει σε μια φοβική Ελλάδα την απαραίτητη αυτοπεποίθηση να αγνοήσει το casius belli της Τουρκίας και να προχωρήσει στην επέκταση των χωρικών της υδάτων στο Αιγαίο, όπως έκανε και στο Ιόνιο, έστω και με καθυστέρηση πολλών δεκαετιών. Έτσι θα λυθεί η επανειλημμένα διατυπούμενη απορία της Τουρκίας πώς είναι δυνατόν μια χώρα να έχει 5 ναυτικά μίλια θαλάσσια κυριαρχία και 10 εναέρια. Η άμεση ωστόσο εξοπλιστική προσπάθεια της χώρας μας για δραστική ενίσχυση του Πολεμικού Ναυτικού δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να αποτελέσει άλλοθι για την αποφυγή επαναδραστηριοποίησης της εγχώριας ναυτικής βιομηχανίας, στην οποία άλλωστε είχαμε διακριθεί από αρχαιοτάτων χρόνων. Η δουλοπρέπεια των κυβερνήσεών μας, η μόνιμη πρόσδεσή τους σε ξένα κέντρα αποφάσεων και συμφερόντων, η ανυπαρξία της απαραίτητης διπλωματικής και αμυντικής διπλωματίας στην κατάλληλη προετοιμασία της χώρας, την οδήγησε στην κατάσταση του παθητικού θεατή των εξελίξεων και όχι του δυναμικού διεκδικητή των δικαίων της, όπως είναι η απώθηση των τουρκικών δυνάμεων από την Κύπρο, σύμφωνα με τα ψηφίσματα του ΟΗΕ, τα οποία οι Μεγάλες Δυνάμεις αγνοούν και εμείς αποσιωπούμε. Η κατάσταση αυτή έχει αποθρασύνει την Τουρκία, η οποία απαιτεί από την Ελλάδα να προσέλθει σε έναν διάλογο υπό την αιγίδα της Γερμανίας και του ΝΑΤΟ, για να επικυρώσει στην ουσία τα τετελεσμένα, όπως διχοτόμηση της Κύπρου, διανομή των θαλασσίων ζωνών, διανομή του Αιγαίου. Ο νεοοθωμανός σουλτάνος από την άλλη πλευρά με διπλωματικούς χειρισμούς εφαρμόζει σχέδια προσεταιρισμού των Μεγάλων Δυνάμεων, για να εξασφαλίσει την ανοχή τους, αν όχι τη συναίνεσή τους στο Αιγαίο, τη Λιβύη, τη Συρία και το Ναγκόρνο-Καραμπάχ, όπως ακριβώς του εδίδαξε η περίπτωση της εισβολής και κατοχής της Κύπρου.
Η προβολή μάλιστα του επιχειρήματος της αποστρατικοποίησης των νήσων αποτελεί μια ψιμυθιωμένη φενάκη, αφού γνωρίζει καλά η Τουρκία ότι τα επιχειρήματα που επικαλείται δεν ερείδονται επί των διεθνών Συμβάσεων, όσον αφορά στη Λήμνο και Σαμοθράκη, αλλά και στο καθεστώς των Δωδεκανήσων. Σχετικά όμως με το καθεστώς των νησιών του Αιγαίου (Μυτιλήνης, Σάμου, Ικαρίας), η Συνθήκη της Λωζάννης δεν ομιλεί περί αποστρατικοποιήσεως των νήσων με την έννοια που την εκλαμβάνουν οι Τούρκοι. Αλλά και αυτό να συνέβαινε, το άρθρο 51 του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών για το αυτονόητο δικαίωμα άμυνας μιας χώρας έναντι απειλής άλλης χώρας υπερισχύει αδιαμφισβήτητα της παρερμηνευμένης παρ. 13 της Συνθήκης της Λωζάννης.
Για πολλοστή φορά τονίζουμε ότι η στρατηγική του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου απαιτεί στενή συνεργασία Κύπρου και Ελλάδας με κοινές προσπάθειες στους εξοπλισμούς, στα σχέδια και στην εκπαίδευση. Οι ηγέτες που είναι υπεύθυνοι έναντι της ιστορίας των λαών τους έχουν ιερή υποχρέωση να το πράξουν, για να αντιμετωπίσουν έναν προαιώνιο εχθρό, που στοχεύει στην υποδούλωσή μας.